Ομιλία του 'Αντη Ιωαννίδη στην παρουσίαση του δίσκου «Μιχάλης Σιγανίδης και Φίλοι Μίλτου Σαχτούρη – Οι άλλοι» - Black Duck, 13.1.2010


Το ανάστατο φως ταράζει το σκοτάδι.

«Ποιος πατά το πέλμα της σκιάς μου;»

Εσύ, περνάς τη φωνή σου πίσω από τον ποιητή, εκείνος λέει τον τίτλο, λέει, τον ξαναλέει, απαγγέλλει την λέξη, ακούμε το ποίημα, προετοιμάζει την επόμενη συλλαβή σου, την άρθρωση, τον ζώνουν μουσικές, κι εδώ που βρέθηκε σχεδόν διά ζώσης, σχεδόν μειδιών και πολύχρωμος, μέσα από την οριστική του απουσία φαίνεται να είναι τόσο ευχαριστημένος με όλα.

Απ' όσα κατά καιρούς ειπώθηκαν, απ' ότι προφέραμε, ψάχνεις τα λόγια, μαζεύεις τα πρόσωπα, τα επανατοποθετείς, τα ανασυντάσσεις, κι εκεί που δεν ελέχθηκαν, εκεί που δεν ακούστηκαν, αλλάζουν νόημα.

Συνωστισμένοι όλοι στη μικρή σου οθόνη, σιγά-σιγά αρχίζουν να σου μοιάζουν, λένε παλιές φοβίες παιδικές, ακούγονται ενοχές, ειρωνίες, μουσικά περάσματα, δανειοληψίες, τόσες ευαισθησίες, σαρκασμοί, κι όλα τελικά μαζί, είσαι εσύ και ανήκουν σε σένα.

Συρραφείς τη σκόρπια μας ανάσα και πληθαίνεις.
Χτίζεις τη χώρα σου να έχεις να χαλάς.

Ρακοσυλλέκτη του λεχθέντος!
Είσαι ο μοντέρ του ομιλούντος χρόνου.

Καλέ μου Σιγανίδη,

Παίρνεις τα παιδιά μου τηλέφωνο και ρωτάς για μένα. Λες «Ο Σιγανίδης μου, τι κάνει;».

Ρωτώ κι εγώ για τα παιδιά μου, τ' ακούω να γυροφέρνουν στο δίσκο σου, να λένε τα δικά σου.

Έτσι φαίνεται να γίνεται με όλα. Μαζεύεις ολονών τα κομμάτια, ζυμώνεις το ψωμί καινούργιο, στάζεις, ψιχαλίζεις ψίχουλα, ρίχνεις μαρτυρική βροχούλα την αγωνία μας και είσαι ανθισμένο σαλιγκάρι σε τοπίο, ανεβασμένο στο χρωστήρα του τόξου.
Σιγανέ μου σαλίγκαρε,

Καμιά φορά μιλώ τη γλώσσα των πουλιών.
ακούω την αφήγηση των δέντρων,
εισπνεω βαθειά και μιλώ με τον αέρα.
Τότε, σου εξιστορώ πως, κάποτε, όταν οι γυναίκες έπαιρναν
το σχήμα του προσώπου τους, έπαιρναν μαζί και τα πρωτόπλαστα ονόματά τους

Λευθερανθήλ

Ελχώ

Ουρανουχή

Σκέφτομαι παλιά και γράφω παλαιότερα

Η εν ώρα ελαφροτάτου θάλπους
εξατμιζομένη θάλασσα
απαλλάττει εαυτόν
βαρύτητος και αλμύρας
άνευ ίχνους εφιδρώσεως

Γιατί σ'τα λέω όλα αυτά; Για να ξέρεις κι εσύ πως οι ωραίες των ονομάτων, δεν είναι παρά όψεις και διαστάσεις αυτής της παντοτινής, της χαρισμένης σε μας, που ακούει στο όνομα-ρήμα

Τεχνώ

που στέκει και παίρνει τη θέση που πατούμε και τρομάζουμε.
Είναι αυτή που εξετάζει το φως από το μέρος της σκιάς, αυτή που μεγαλώνει τον ίσκιο μας και ψηλώνει το ανάστημά μας, που μας αγγίζει τρυφερά και παρηγορεί την ομορφιά μας, που όμως αίφνης, σαν είναι δεν ήταν.

Μόνο ο ιδρώς
Μόνο το βάρος

Τρυφερέ μου φίλε,

Από τις ρωγμές μας στάζουν θαλασσινές οι θάλασσες. Μας κατοικούν οι ωραίες της αλμύρας, αυτές που δίχως ίχνος, καθαρές, διέρχονται των αποχρώσεων μ' ένα δισκάκι-ποίημα ανά χείρας, στην καρδιά μας.

- Κύριε,... το ποίημα είναι δικό σας

- Ευχαριστώ 

Πίσω