2009 Go Natural

Ποια ήταν η τελευταία «απερίσκεπτη» πράξη σου απέναντι στον πλανήτη; Θέλω να πω, έκανες κάτι που δεν ήταν και πολύ φιλικό προς το περιβάλλον, ενώ θα μπορούσες να το έχεις αποφύγει;

Τώρα που μιλάμε, έχω αφήσει το φως ανοιχτό στο διπλανό δωμάτιο. Το σβήνω κι επανέρχομαι. Ωραία. Είναι αδύνατον να ζεις χωρίς να φθείρεις το περιβάλλον, τους ανθρώπους και τον εαυτό σου. Το θέμα είναι να το κάνεις το λιγότερο δυνατόν και να αντισταθμίζεις τη φθορά όπου αυτό είναι εφικτό.

 

Ανακυκλώνεις;

Ανακυκλώνουμε οικογενειακώς. Χωρίζουμε τα σκουπίδια και τα πάμε στους ανάλογους κάδους. Τα «οργανικά» τα κομποστοποιούμε στην αυλή.

 

Το γεγονός ότι ζεις εκτός πόλης είναι, φαντάζομαι, μια συνειδητή επιλογή...

Έζησα αρκετά εντός πόλης, έζησα και χρόνια εκτός, σε χωριά της Εύβοιας και της Πελοποννήσου. Τώρα ζω πάλι εκτός πόλης αλλά εντός Αττικής, στο μέρος που γεννήθηκε και μεγάλωσε η γυναίκα μου. Έχουμε δύο παιδιά, εγώ λείπω συχνά και η βοήθεια απ' τους παππούδες και τις γιαγιάδες είναι ευπρόσδεκτη αν όχι αναγκαία. Θέλω να πω πως πολλές φορές οι ανάγκες καθορίζουν και τις επιλογές σου και σου θυμίζουν πως δεν είσαι αυτάρκης, όπως φαντασμένα πίστευες. Αν όμως ο τόπος διαμονής των παππούδων ήταν εντός πόλης, θα το σκεφτόμασταν πολύ να επιστρέψουμε, ίσως να φέρναμε αυτούς στο χωριό.

 

Θα έγραφες κάτι, με αφορμή ένα πρόβλημα του περιβάλλοντος, αν δεν το έχεις ήδη κάνει. Το requiem, για παράδειγμα, είναι, αν μη τι άλλο, ένας προβληματισμός. Θα μπορούσε, μάλιστα, κατά κάποιο τρόπο, να εκληφθεί και σαν προειδοποίηση.

Δεν νομίζω πως θα προειδοποιούσα ποτέ μέσα από ένα τραγούδι. Μπορεί να καταγράφω απλώς έναν προβληματισμό ή τη φαντασία μου. Πάντως το τραγούδι αυτό, μέσα στην απελπισία του, είναι από μια άποψη αισιόδοξο. Μιλά για τον τελευταίο άνθρωπο στη γη, που ετοιμάζεται να ζήσει το τέλος της. Καμιά φορά πιστεύω πως ο κόσμος, ή τουλάχιστον η ανθρωπότητα, πρέπει να τελειώσει. Τόση βλακεία, τόσος πόνος, τόσες τραγωδίες καθημερινά, τόση έλλειψη προόδου στο ανθρώπινο είδος, στη συμπεριφορά του, στις θηριωδίες του, σε κάνουν να απελπίζεσαι. Βλέπεις τον εαυτό σου, τη μικρότητα, την κακία σου, τις ανικανότητες και τους εγωισμούς σου. Τον πόνο που προκαλείς. Καταλαβαίνεις πως ζεις εις βάρος των άλλων. Όλοι ζούμε εις βάρος των άλλων. Όποιος έχει ένα αυτοκίνητο το έχει γιατί κάποιος άλλος πεινά. Καις βενζίνη μαυρίζοντας το μέλλον των παιδιών σου. Το παιδί σου έχει ένα παιγνίδι γιατί ένα άλλο παιδί δουλεύει σαν σκλάβος. Μερικές φορές είναι δύσκολο να συνεχίσεις να εύχεσαι να μην καταστραφεί ο κόσμος. Γι' αυτό, για μένα η οικολογία χωρίς ουσιαστική πρόοδο και σε άλλους τομείς, του κάθε ανθρώπου χωριστά και της ανθρωπότητας συνολικά, είναι δώρον-άδωρον. Χωρίς αυτά, αν τα καταφέρει, απλά θα διαιωνίσει τη βαρβαρότητα.

 

Θεωρείς ότι έχει γίνει απλά «της μόδας» η προβολή ενός οικολογικού προφίλ από διάφορες εταιρίες, ενώ θα μπορούσαν να κάνουν πιο ουσιαστικά πράγματα και με λιγότερη φασαρία;

Ό,τι κάνουν πέρα απ' το υποχρεωτικό του νόμου, είναι καλό. Ακόμα κι αν το χρησιμοποιούν για να διαφημίζονται. Είναι σίγουρο όμως πως στην πλειοψηφία τους οι εταιρίες κάνουν το ελάχιστο και υποχρεωτικό, κι αυτό όχι πάντα. Η ασυδοσία και η ανάγκη για κέρδος δεν έχει όριο.

 

Πάντως, έχω την αίσθηση ότι όλο και πιο ευσυνείδητη είναι η συμμετοχή του καθενός μας στην προσπάθεια να σώσουμε ό, τι έχει απομείνει. Είναι κάπως πιο προσωπική υπόθεση.

Σίγουρα είναι. Προσωπική υπόθεση του κάθε πολίτη, στο μέγεθος που του αναλογεί. Φαντάζεστε ας πούμε, έναν βιομήχανο, του οποίου το εργοστάσιο ρυπαίνει ασταμάτητα ένα ποτάμι, να ανακυκλώνει τα χαρτιά στο σπίτι του; Δεν γίνεται. Αν πειστεί να ανακυκλώσει τα οικιακά του σκουπίδια και μπει σ' αυτή τη διαδικασία σαν πολίτης, ίσως να βρει τους τρόπους να μειώσει, να ανακυκλώσει ή να απορρίψει «σωστά» και τα βιομηχανικά του απόβλητα. Το θέμα είναι να δημιουργηθεί οικολογική συνείδηση στον κάθε ένα.

 

Νέα πραγματικότητα – Νέα δεδομένα

Πώς σχολιάζεις την εύκολη πρόσβαση στη μουσική, τις ταινίες, γενικότερα, στον πολιτισμό και την επικοινωνία; Μήπως δεν βιώνουμε πια τη χαρά του χειροπιαστού, με δεδομένο ότι τα περισσότερα πράγματα γύρω μας είναι πια ψηφιακά;

Η μουσική απ' τη φύση της δεν είναι χειροπιαστή. Είναι άυλη. Είναι δύσκολο για τη γεννιά μου που μεγάλωσε με τη χειροπιαστή ζέστη του βινυλίου να το παραδεχτεί, όμως έτσι είναι. Η δισκογραφία υπάρχει εδώ και μερικές δεκαετίες. Για όλες τις χιλιετηρίδες που προηγήθηκαν, υπήρξε αδιανόητο να «αποθηκεύει» κανείς τη μουσική σε έναν υλικό φορέα, όπως ο αναλογικός ή ο ψηφιακός δίσκος (το cd), και να τη βάζει στο ράφι του. Οπότε, ας μην τραγικοποιούμε πράγματα που δεν πρέπει. Τραγικό είναι ίσως το μεγαλύτερο μέρος της σημερινής μουσικής παραγωγής, ο τρόπος που αυτή γίνεται προϊόν, η εμπορευματοποίηση της τέχνης συνολικά ή ο τρόπος που καταναλώνει τη μουσική ο μέσος ακροατής σήμερα, όχι όμως το αν αυτή θα καταγράφεται σε βινύλιο, σε cd, σε τσιπάκι, στο διαδύκτιο ή σε σκληρό δίσκο υπολογιστή.

 

Από την άλλη, τα θετικά σημεία σε αυτό που αποκαλούμε τεχνολογική εξέλιξη είναι πολλά. Υπάρχει μία παγκόσμια τάση, με την καλή έννοια, να συναντιούνται καλλιτέχνες μεταξύ τους στο διαδίκτυο, να ανταλλάσουν μουσικές και απόψεις, και οι ακροατές, από την άλλη, να ενδιαφέρονται, να ψάχνουν, να ενημερώνονται και να ενημερώνουν... Υπάρχει μια ανεξάρτητη κίνηση, ένα διαδραστικό παιχνίδι.

Υπάρχουν όλα αυτά. Και για όποιον ξέρει, ή έχει την όρεξη να θυσιάσει χρόνο για να μάθει να τα χρησιμοποιεί, αποτελούν σίγουρα ένα παράθυρο. Το παράθυρο όμως πρέπει να ξέρει κανείς και να το κλείνει.

 

Ο κίνδυνος, βέβαια, να χαθείς στην πληθώρα των επιλογών σου, παραμονεύει. Αλλά τι; Να ασπαστούμε την φράση «όσο λιγότερα τόσο καλύτερα»;

Είναι αναγκαία η επιλογή του τι χρειάζεσαι πραγματικά και τι όχι. Κι όταν βρεις αυτό που χρειάζεσαι, να το πάρεις σε δόσεις που μπορείς πραγματικά να αφομοιώσεις. Να δώσεις το χρόνο στην «πληροφορία» να εγγραφεί μέσα σου και να μετασχηματιστεί σε κάτι δικό σου, πριν ορμήσεις στην επόμενη.

 

Αυτός ο κόσμος που αλλάζει τελικά σε τρομάζει?

Καθημερινά. Θα με τρόμαζε όμως κι αν δεν άλλαζε. Μάλλον έχω πρόβλημα...

Τα τραγούδια μου κι εγώ(1993-20...)

 

Νιώθεις ότι γράφεις διαφορετικά απ' ότι πριν 15 χρόνια; Όσον αφορά τον τρόπο, όχι το περιεχόμενο.

Όχι, ο τρόπος είναι ίδιος. Βραδυνές ώρες, ξημερώματα πολλές φορές, όπου όλοι κοιμούνται. Ησυχία και τίποτα που να με αγχώνει. Κι αυτά όλα σε περιόδους που οι μεγάλες χαρές, οι μεγάλες λύπες και εντάσεις έχουν κατακαθήσει μέσα μου.

 

Απολαμβάνεις το ίδιο ένα live; Το άγχος παραμονεύει ή η εμπειρία προσδίδει μια άλλη, πιο άνετη, οπτική;

Δεν είναι άγχος αυτή η ένταση πριν τη συναυλία, ποτέ δεν ήταν για μένα. Την πρώτη φορά που θα εμφανιζόμουν σαν τραγουδιστής μπροστά σε «πολύ κόσμο», ήταν στο «Χάραμα», με τη Δήμητρα Γαλάνη και ήμουν 23 χρονών. Εκείνη τη φορά είχα πράγματι άγχος. Βγήκα πριν αρχίσει το πρόγραμμα έξω και είδα τα δέντρα στο σκοπευτήριο της Καισαριανής. Σκέφτηκα πως ζουν τόσα χρόνια εκεί, έχουν δει εκτελέσεις, ένα σωρό από πτώματα ψηλό «ίσα ένα αντρίκιο ανάστημα», που λέει κι ο Καββαδίας. Μετά σκέφτηκα πως είτε τραγουδήσω καλά, είτε όχι, το βράδυ θα βγω και τα δέντρα θα είναι ακόμα εκεί. Από τότε δεν έχω άγχος. Βιώνω αυτή την ένταση σαν προσμονή και σαν δύναμη. Κι όταν βγω στη σκηνή κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ.

 

Έχεις πια την πολυτέλεια να αποφασίζεις πότε θα κάνεις δίσκο και αν θα -κάνεις δίσκο. Θέλω να πω, η φήμη και το σταθερό κοινό σου, σου έχουν χαρίσει κάποιες ευκολίες, που ίσως πριν να μην είχες. Βέβαια, τίποτα δεν ήταν ούτε είναι δεδομένο, οπότε πώς αντιμετώπισες, μέσα στο χρόνο την αποδοχή των τραγουδιών σου, αφενός από τα Μ.Μ.Ε και αφετέρου από τον κόσμο;

Σίγουρα ο κόσμος που ακούει τη μουσική μου ανέχτηκε πολλά από μένα, συγχώρεσε άλλα τόσα και μου έδωσε τα πάντα. Τίποτα όμως δεν είναι αυτονόητο. Δεν υπάρχει «σταθερό κοινό». Το κοινό το χάνεις και το ξανακερδίζεις κάθε φορά, ανοίγοντάς του τον εσωτερικό σου κόσμο και αυτό που είσαι τη δεδομένη στιγμή. Το να μην του κάνεις τα χατίρια έχει πολύ συχνά το κόστος του, είναι όμως αναγκαίο αν θέλεις να είσαι εντάξει απέναντί του, απέναντι στο υλικό σου και στον εαυτό σου. Στους «φανατικούς ακροατές» υπάρχουν και κάποιοι που βαθιά μέσα τους θα ήθελαν να μείνεις όπως ήσουν, χωρίς να εξελιχτείς, χωρίς να βαθύνεις ή να αλλάξεις τη μουσική και στιχουργική σου γλώσσα, χωρίς να αλλάξεις τα εργαλεία σου, χωρίς να βρεις τον τρόπο να μιλήσεις αλλιώς. Αισθάνονται προδομένοι και απογοητευμένοι και δεν θέλουν να ανοιχτούν και να πλησιάσουν τα στοιχεία του καινούργιου σου κόσμου, που τον θεωρούν πάντα χειρότερο απ' τον προηγούμενο, ενώ στη βάση του είναι ίδιος. Οι πιο φανατικοί ακροατές ενός καλλιτέχνη που η αλλαγή είναι χαρακτηριστικό της ύπαρξής του, είναι οι πρώτοι που τον βρίζουν κάθε φορά που αυτός αλλάζει. Είναι αυτοί που δυσκολεύονται περισότερο να διαβάσουν την καινούργια του γλώσσα. Κι αυτό το έχω βιώσει αρκετές φορές, κυρίως παλαιότερα. Ευτυχώς, οι περισσότεροι είναι επιεικείς. Μετά από καιρό αποδέχονται και νιώθουν τον καινούργιο εαυτό σου, μέχρι την επόμενη φορά. Και ευτυχώς, πολλοί συνηθίζουν στην ανάγκη σου για αλλαγή και κάθε φορά είναι πιο επιφυλακτικοί πριν σε απορρίψουν. Κι όλα αυτά, ενώ εγώ πιστεύω πως γράφω και ξαναγράφω το ίδιο τραγούδι, σαν ένα σώμα που κάθε φορά αγγίζεις αλλιώς. Αισθάνομαι βαθιά ευγνώμων πάντως για όλες τις μεταχειρίσεις. Όλες δείχνουν αγάπη. Χωρίς αυτήν θα τους ήμουν αδιάφορος, η πορεία μου θα ήταν πολύ πιο δύσκολη και η ελευθερία μου λειψή.

 

Πώς βλέπεις τα τραγούδια σου να «μεγαλώνουν»; Αποστασιοποιείσαι ποτέ αρκετά ώστε να τα θαυμάσεις ή ακόμα και να τα κρίνεις;

Ούτε τα θαυμάζω, ούτε τα κρίνω. Τα αγαπώ κι όποτε επιστρέφω σ' αυτά τα βιώνω ξανά σαν παλιό ημερολόγιο. Τα ξαναζώ απ' την αρχή, σαν κομμάτια ενός εαυτού που έχει αλλάξει, αλλά που δεν θα ήταν εαυτός χωρίς αυτά. Κι όταν τα τραγουδώ, τα ζω ξανά σαν ο χρόνος να μην πέρασε.

 

Εν τω μεταξύ είναι εντυπωσιακή η συνάντηση των μουσικών που συμμετέχουν στη «Νεροποντή». Απεριόριστος ο θαυμασμός μου για όλους.

Και ο δικός μου. Ο κάθε ένας που έπαιξε στο δίσκο με τίμησε.

 

Πώς βιώνεις το ταξίδι για δουλειά; Όταν πηγαίνεις σε καινούριους τόπους δεν έχεις την ανάγκη να είσαι και ταξιδιώτης εκτός από επαγγελματίας;

Όταν πηγαίνω κάπου για να παίξω μουσική, πηγαίνω σαν ταξιδιώτης και σαν μουσικός. Ποτέ σαν επαγγελματίας ή τουρίστας.

 

Θέλεις να μου πεις μια ωραία ιστορία από την περιπλάνηση σου;

Θα τις γράψω όλες όταν θα γεράσω, στα απομνημονεύματα ή στην αυτοβιογραφία μου, με πολλές σάλτσες. Τότε που δεν θα γράφω τραγούδια πια, θα πιστεύω όμως πως είμαι πολύ σπουδαίος αλλά η πολιτεία δεν έχει αναγνωρίσει (βλ. ανταμείψει) το μεγαλείο μου.

 

Να κλείσουμε με ανταλλαγή μουσικών αγαπημένων; Μου προτείνεις πέντε αγαπημένα σου τραγούδια κι εγώ, με τη σειρά μου, άλλα πέντε. Τι λες;

Να σου πω δέκα;

Αχερόμπασμαν – Παραδοσιακό Κύπρου

A man needs a maid – Neil Young, «Harvest»

Το κορίτσι απ' τη Νισαπούρ – Μιχάλης Σιγανίδης, «Μικρές αγγελίες»

Τα λόγια και τα χρόνια – Γιάννης Μαρκόπουλος, Μάνος Ελευθερίου, «Θητεία»

Exit music (for a film) – Radiohead «OK Computer»

Νανούρισμα – Μάνος Χατζιδάκις, Νίκος Γκάτσος, «Ματωμένος γάμος»

You shook me all night long – AC/DC, «Back in Black»

Ήρωες – Αντάρτικο

Gretchen am Spinnrade – Schubert, Goethe, στην εκτέλεση της Schwarzkopf

Μαύρη θάλασσα – Διονύσης Σαββόπουλος, «Βρώμικο ψωμί»


Back